Σάββατο, Δεκεμβρίου 11, 2021

Με λογοτεχνική δεινότητα και πατριωτική στόχευση το βιβλίο Του Βαγγέλη Κακατσάκη Πότες θα κάνει ξεστεριά... · Η προφορική κρητική παράδοση και οι ιστορικές πηγές γίνονται διηγήματα-υποθήκες αντίστασης


 


« Παιδιά κι είντα’ ν’ η ταραχή στσι μπάντες τση Μαλάξας;/

Η Κρήτη κάνει πόλεμο/ τη λευτεριά τζη θέλει/ και σέρνει τσ’ αντρειωμένους τση τ’ άξια τζη παλληκάρια./Εκειά’ν κι ο Καπετάν –Θεοκλής με τσ’ Αποκορωνιώτες,/με τη σημαία του μπροστά, «Χωρίον Νίππος» γράφει./Σαν αετός πετά ψηλά που’χει χρυσές φτερούγες,/την Κρήτη θέλει λεύτερη.» (νεοριζίτικο από το βιβλίο)

 

Το καινούργιο βιβλίο του Βαγγέλη Κακατσάκη, πέρα από την μεγάλη αγωνία που σου δημιουργούν οι ιστορίες,  την έξοχη χρήση της γλώσσας, την  γνωστή λογοτεχνική του δεινότητα αλλά και την χρήση της κρητικής ντοπιολολαλιάς,  είναι νομίζω και μια ουσιαστική πράξη αντίστασης.

·         Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πριν λίγα χρόνια τα βιβλία της Ιστορίας που μοιράστηκαν στα παιδιά της 6ης δημοτικού αναφέρονταν σε «συνωστισμό» που έγινε απλώς στην Σμύρνη, σε μια προσπάθεια εξάλειψης της ιστορικής μνήμης των βαρβαροτήτων των Τούρκων εις βάρος των Ελλήνων.

·          Ο Βαγγέλης Κακατσάκης, λοιπόν, καταθέτει ένα λογοτεχνικό βιβλίο με ιστορίες από την προφορική παράδοση (αυτές που του έλεγε τα χειμωνιάτικα βράδια η γιαγιά του στην παρασιά ως «παραμύθι»). Ιστορίες, ωστόσο, που είναι βασισμένες σε ιστορικές πηγές ώστε να κρατάει την μνήμη ζωντανή. Γιατί αληθινή συμφιλίωση λαών (και ανθρώπων) μπορεί να υπάρξει μόνο αν υπάρχει μνήμη. Με λοβοτομές συμφιλίωση δεν επιτυγχάνεται.

                                             Συγκινητικοί διάλογοι

·         Ο Β.Κ. παίρνει σκηνές και γεγονότα από την εποχή της Τουρκοκρατίας στην Κρήτη, παίρνει  γνωστούς οπλαρχηγούς επαρχιών του τόπου μας , τους τοποθετεί σε χωριά της Κρήτης (κυρίως στα χρόνια της επανάστασης του 1821) , προσθέτει πρόσωπα και διαλόγους μυθοπλασίας από την μια αλλά, επίσης, διαλόγους και καθημερινότητα  πολύ κοντά στα όσα η προφορική λαϊκή παράδοση έχει διασώσει. Τα ζωντανεύει όλα με λέξεις  που κάνουν τον αναγνώστη να νιώθει πως βρίσκεται μέσα στην δράση. Και δείχνει, με πρόζα που συχνά σε κάνει να δακρύζεις, τα αδιανόητα που καλούνταν να ζήσουν – αν άντεχαν, αλλιώς θα πέθαιναν – οι Έλληνες εκείνα τα μαύρα χρόνια.

·         Ένα χωριό που δεν θέλει να τουρκέψει αλλά οι κάτοικοι νιώθουν πως δεν έχουν άλλη επιλογή εκτός… εκτός αν γίνει ένα θαύμα. Και ο παπάς, μην έχοντας άλλη επιλογή, τους το υπόσχεται. Μπορεί όμως να γίνει το θαύμα πραγματικότητα;

·         Από τον επίλογο του διηγήματος  «Η Καμπάνα»: « {…}Για καιρό πολύ κανείς δεν έμαθε πώς γίνηκε το θαύμα και δεν τούρκεψε το χωριό. Κι όταν, ύστερα από χρόνια πολλά, ακούστηκε πως το θάμα το ’καμε ο παπά-Μανόλης με τον Γιώργακα, κανείς δεν το πίστεψε. Όλοι έλεγαν στα παιδιά τους και τα παιδιά τους στα δικά τους παιδιά, πως το θαύμα το ’καμε ο Χριστός. Κι είχαν ξεχάσει οι δόλιοι τι γίνηκε στο χωριό, ύστερα απ’ τ’άκουσμα της καμπάνας…»

·         Ένας πρόγονος του Μίκη Θεοδωράκη που παίρνει την απόφαση πως από την μισερή ζωή, καλλιά είναι ο θάνατος.

·         Παντού κυριαρχούν οι φόβοι, μετά από τόσες επαναστάσεις που πνίγηκαν στο αίμα, αν μια ακόμα επανάσταση θα έχει το ίδιο τέλος κι άρα δεν υπάρχει νόημα σε έναν ακόμα ομαδικό θάνατο.

·         Σε άλλο διήγημα, μια μάνα που θέλει πάση θυσία – ΠΑΣΗ θυσία – το παιδί της να μη γίνει γενίτσαρος. Τι είναι διατεθειμένη να κάνει γι’ αυτό;

·         Οι διάλογοι ολοζώντανοι. Αληθινοί σε κάνουν να νιώθεις ότι είναι. Λες και ο συγγραφέας ήταν κρυμμένος κάπου εκεί τους άκουσε και τους κατέγραψε.

                                             Παρών ο ποιητής

·         Πολύ δύσκολο να διαβάσεις αυτές τις ιστορίες χωρίς να ανατριχιάσεις. Πολύ δύσκολο και να τις διαβάσεις χωρίς να κάνεις στο μυαλό σου την σύγκριση όσων ζούσαν οι Έλληνες τότε, με την σημερινή μας ζωή όπου κάποιοι νομίζουν πως αντίσταση είναι να αρνείσαι να κάνεις το εμβόλιο που σου λέει η επιστήμη πως θα σώσει τη ζωή σου.

·         Ο συγγραφέας επίσης δεν βγάζει από πάνω του τον ποιητή. Μας το θυμίζουν εκφράσεις όπως: «Ο ήλιος, αφού το πήρε απόφαση πως σήμερα δεν μπορούσε να κάμει έρωτα με τα λουλούδια», «απόψε δεχόταν τη νύχτα σαν έναν παραξηγημένο φίλο, που έφτασε πια ο καιρός να μονιάσουν», «ο μικρός ονειρευόταν τις νύχτες τον πατέρα του, έναν αψηλό και όμορφο άντρα να του χαμογελά. Και ξαφνικά το κούτελο του άντρα γέμιζε αίματα, μα το χαμόγελο δεν έσβηνε ποτέ!»

·          Και αποσπάσματα: Από το διήγημα «Ζωή και θάνατος»:

·          « Η μέρα αναμάζωνε τους ύστερους απλοκαμούς της απ’ τα ψηλώματα κι ο Θοδωρομανόλης, ορθός απ’ ώρα στην ξώπορτα του σπιτιού του, αφρουκαζόταν τη μαύρη αναπνιά της νύχτας γύρω του{…}» «{…} Η νύχτα τύλιξε γκαρδιακά το στημονερό αψηλό κορμί του Θοδωρομανώλη στη δροσουλιασμένη της αγκαλιά. Πάνω του ο ουρανός, περβόλι φυτεμένο με τάξη και μαστοριά απ’ τα χέρια του Μεγάλου Ζευγά, συντρόφευε τα ζάλα του που τάχαιναν ολοένα κι έκαναν τα ογρά φύλλα του μονοπατιού να τριζοβολούν σαν πεθαμένα.{…}»

·         Από το διήγημα Ανάσταση: «{…}Το μεγάλο χαμπέρι του Σηκωμού του Γένους, στη Βλαχιά και στο Μοριά, είχε κατακυλήσει ίσαμε την Κρήτη, μαζί με τους ανθούς και τις ευωδιές της άνοιξης, που είχε έλθει νωρίς εφέτος. Ξεπετάρισαν οι καρδιές, ο ουρανός ήτανε να τον πιείς στο ποτήρι, κι ο Ξενοθωδορής ρωτούσε και ξαναρωτούσε λες και δεν το πίστευε αυτό που άκουσε. Ήθελε να χυμήξει στα μέρη του, τ’Αποκορωνιώτικα, για να φέρει το χαμπέρι κι εκεί, που αιώνες το περίμεναν.{…}.

                                     Η έκδοση

·         Το βιβλίο είναι έκδοση του Μουσείου Τυπογραφίας Γιάννη και Ελένης Γαρεδάκη που μόλις κυκλοφόρησε με την στήριξη και της εφημερίδας «Χανιώτικα Νέα».

·         Πρόκειται για μια ιδιαίτερα επιμελημένη έκδοση, εμπνευσμένα εικονογραφημένη από τον γνωστό τοις  πάσι, πολυτάλαντο Νίκο Μπλαζάκη.

·         Είναι αφιερωμένο στη μνήμη του οπλαρχηγού των Κρητικών Επαναστάσεων Θεοκλή Νικ. Κακάτση αδελφό του παππού του συγγραφέα και εκδόθηκε  στα πλαίσια του εορτασμού των 200 χρόνων από την επανάσταση του 1821. Διατίθεται από τα γραφεία της εφ. “Χανιώτικα νέα” (Καραϊσκάκη 49, Χανιά, τηλ. 28210 70563 και https:\\shop.haniotika-nea.gr), όπως και από το Μουσείο Τυπογραφίας (ΒΙΟΠΑ, Σούδα Χανίων τηλ. 28210 80090)

 

 

Τρίτη, Δεκεμβρίου 07, 2021

Ο αναπληρωματικός Άγιος Βασίλης, του Πολυχρόνη Κουτσάκη (εικ.: Δέσποινα Γιαννακάκη)

 Είναι τόσο ωραία η κριτική-,περιγραφή του αναπληρωματικού Αγιου Βασίλη από τον κ. Απόστολος Πάππο στο πολυδιαβαζόμενο Site elniplex ώστε το αναρτώ ολόκληρο για όσους γονείς παππούδες και λοιπούς συγγενείς και φιλους θέλουν πράγματι να διαβάσουν τα παιδιά τους ένα βιβλίο λογοτεχνίας με πολλά και ποικίλα ερεθίσματα.


Από

Απόστολος Πάππος

-

05/12/2021

 

https://www.elniplex.com/wp-content/uploads/2021/11/anapliromatikos_agios_basilis_cover.jpg

Διαβάζεται σε 3′- Ηλικιακό κοινό: 7+ (target 7-11) – Λογοτεχνία για παιδιά

Τα Χριστούγεννα είναι η γιορτή που καταδιώκει κάθε μοναχικό, κουρασμένο και εγκαταλελειμμένο άνθρωπο.
Jimmy Cannon

 

Λίγο απομονωμένος, λίγο αντικοινωνικός, λίγο αγέλαστος, λίγο δε θέλω και πολλά πολλά με τους ανθρώπους. Ξαφνικά χτυπάει το τηλέφωνο που δεν έχει. Η πάντα γελαστή παρά τις δυσκολίες γειτόνισσα Βαρβάρα του δίνει το ασύρματο. Είναι η αγαπημένη του ξαδέρφη, η Μάρθα. “Θα είμαι εκεί στις τρεις το πρωί” του λέει και… πάει και ο ύπνος του Μπάμπη.

Η Μάρθα έρχεται στο σπίτι του με δυο ταράνδους, τον Ρούντολφ και τον Χορευτή. Είναι ταραγμένη. Και όταν είναι ταραγμένη η γραμματέας του Άγιου Βασίλη κάτι σοβαρό συμβαίνει. Ναι! Ο Άγιος Βασίλης ήταν πολύ άρρωστος και ήθελε κάποιον δίπλα του συνέχεια να τον φροντίζει. Τα Χριστούγεννα πλησιάζουν. Κάποιος πρέπει να τον αντικαταστήσει και η σκέψη της Μάρθας είναι ο Μπάμπης, που ξέρει την καρδιά του από παιδί και τον εμπιστεύεται όσο κανέναν. Ο Μπάμπης δυσκολεύεται να δεχθεί. Καλά όλα τα άλλα. Αλλά…

Σημαντική λεπτομέρεια. Παρακαλούμε μην συνεχίσετε να διαβάζετε αν δεν θέλετε να χάσετε μια σημαντική έκπληξη του βιβλίου. Απομακρυνθήκατε; Ωραία. Ο Μπάμπης λοιπόν δυσκολεύεται να δεχθεί. Είναι, βλέπεις, μαύρος, καθώς ο μπαμπάς του είναι από την Αφρική. “Όλα τα παιδιά του κόσμου ξέρουν πώς μοιάζει ο Άγιος Βασίλης! Εμένα που δεν με ξέρουν, αν με δουν να μπαίνω από την καμινάδα, θα νομίσουν πως είμαι κλέφτης και θα βάλουν τις φωνές, ή θα αρχίσουν να με δέρνουν οι γονείς τους”.

Ο Μπάμπης, με τούτα και με κείνα κάμπτεται. Φεύγει αεροπορικώς, φτάνει τέρμα Βόρειο Πόλο και αρχίζει να εκπαιδεύεται σκληρά. Καμινάδας, πτήσεις, διανομή. Αλλά ένα πλάνο σε μια δοκιμαστική πτήση στο Νάβανατ του Καναδά πιάνει έναν μαύρο Άγιο Βασίλη να βγαίνει από μια καμινάδα και αρχίζει να διαδίδει απίστευτες κακοήθειες για τον Άγιο Βασίλη. Ο Μπάμπης έρχεται αντιμέτωπος με τη σκληρή αλήθεια. Και κατόπιν πρέπει να έρθει αντιμέτωπος με τον μεγαλύτερο εχθρό του Άγιου Βασίλη. Ποιος είναι ο Κρυοπώλης; Τι δουλειά έχει ο Μπάμπης στην κορυφή του Έβερεστ; Ποιος θα μοιράσει φέτος τα δώρα στα παιδιά; 

Ένας μαύρος Έλληνας, σαν άλλος Εμπενίζερ Σκρουτζ, που έχει δεχθεί τις δικές του ποσότητες bullying, έχει ζαρώσει στην αντικοινωνική γωνιά του. Αυτός είναι ο εκλεκτός να αντικαταστήσει τον άρρωστο Άγιο Βασίλη. Ο συγγραφέας Πολυχρόνης Κουτσάκης τον πετά στην αρένα έχοντας τον δομήσει δεξιοτεχνικά στα μάτια μας προηγουμένως. Ο Μπάμπης, με το εξόχως λαϊκό και πολύ ελληνικό όνομα, κουβαλά τα σημάδια του, υποστηρίζει τις αρνήσεις του και τις παραξενιές του και αναπτύσσεται σεμιναριακά, πολύπλευρα, με αρτιότητα. Μετανιώνει για την αρχική απόρριψη της πρότασης της ξαδέρφης του όταν ακούει τη διπλανή φιλική οικογένεια, την Βαρβάρα και την ανάπηρη κόρη της, τη Φανή, να αναζητούν τρόπο να λάβει η μικρή δώρο από τον Άγιο Βασίλη φέτος, μιας και ο μπαμπάς της είναι άνεργος πλέον. Εκεί δεν υπάρχει αναπληρωματικός Άγιος Βασίλης. Κι αυτή η πλάγια μεταφορά του Άγιου Βασίλη με τον “Άγιο Βασίλη” κάθε σπιτιού συγκινεί με τον ρεαλισμό της. Ο Μπάμπης έχει άλλα υλικά μέσα του, έχει ενσυναίσθηση, έχει την ποιότητα να ανατάξει τον εαυτό του και να συντρέξει την ξαδέρφη του στη μεγάλη ανάγκη. Ανάγκη αλλά και πρόκληση για τον ίδιο. Μια πρόκληση που γιγαντώνεται με το εύρημα του κακού, του αντιπάλου, σε μια νέα μάχη καλού-κακού, όπου ο Άγιος Βασίλης, θαυμάσια το δίνει ο συγγραφέας, εκπροσωπεί την πολυχρωμία, την πολυφωνία, τη διαφορετικότητα, σε αντίθεση με τον απέναντι, τον πολέμιό του, που εκπροσωπεί την μονοχρωμία, τον πάγο, την έλλειψη παλέτας και συναισθημάτων.

Η ιδέα του αναπληρωματικού Άγιου Βασίλη υποστηρίζεται με μια πλήρη υπόθεση, με έναν ολοκληρωμένο χαρακτήρα που φωτίζεται από πολλές γωνιές και με πολύ, με πλοκή που έχει καμπές και ανατροπές, με άπλετο, αυθεντικό χιούμορ το οποίο δεν μπορώ να σας προδώσω, ήδη μαρτύρησα πολλά. Επιμένω, όμως, στο καλό χιούμορ γιατί είναι πολύ, σου έρχεται κατακέφαλα και ξαφνικά, και δημιουργεί αναγνωστική απόλαυση, ισορροπία και αρμονία αφού ο “Εμπενίζερ” Μπάμπης έχει ως χαρακτήρας ένα βάρος. Το καλό χιούμορ είναι αναντικατάστατο δομικό συστατικό σε κάθε ιστορία και στην περίπτωση του Μπάμπη είναι πολύ σημαντικό.

Ο Πολυχρόνης Κουτσάκης σε αυτή τη  μάχη καλού-κακού, που στήνει στη σκακιέρα του Βόρειου Πόλου δεν στερείται ευρημάτων και ενδύει μια ιστορία υψηλής θεατρικότητας και ποιότητας που έχω την εντύπωση ότι θα πλασαριστεί στις σημαντικές λογοτεχνικές στιγμές των 7+ αναγνωστών. Όχι μόνο για τα σφοδρά αντιρατσιτικά της χτυπήματα, τις περιβαλλοντικές της σημάνσεις ή τις σημειολογικές της νύξεις∙ αλλά γιατί δίνει νέο νόημα στην καλοσύνη, την ανταπόδοση, την αλλαγή, την αγάπη, το νοιάξιμο, την ενσυναίσθηση και ως εκ τούτου στο πραγματικό νόημα των Χριστουγέννων που υπερβαίνει τα λαμπιόνια και τον υλισμό.

Οι έγχρωμες εικόνες της Δέσποινας Γιαννακάκη είναι σημαντική εκδοτική επιλογή καθώς, αν και σε ένα τόσο δυνατό κείμενο η έλλειψη εικόνων δε θα αποδυνάμωνε το κείμενο, ωστόσο το χρώμα αλλά και η ποιότητα των εικόνων προσθέτουν, δίνουν μια οπτική κατεύθυνση στον κόσμο του Μπάμπη. Οι περισσότερες εκδόσεις βιβλίων 8-11 λόγω κόστους βάζουν δίχρωμες εικόνες, αφαιρώντας από την οπτική αφήγηση που καταθέτουν.

Το προτείνω ανεπιφύλακτα.

Εκδόσεις Καστανιώτη.

Με μια ματιά

  • Ο Πολυχρόνης Κουτσάκης σε αυτή τη  μάχη καλού-κακού δεν στερείται ευρημάτων και ενδύει μια ιστορία υψηλής θεατρικότητας και ποιότητας που έχω την εντύπωση ότι θα πλασαριστεί στις σημαντικές λογοτεχνικές στιγμές των 7+ αναγνωστών. Όχι μόνο για τα σφοδρά αντιρατσιτικά της χτυπήματα, τις περιβαλλοντικές της σημάνσεις ή τις σημειολογικές της νύξεις∙ αλλά γιατί δίνει νέο νόημα στην καλοσύνη, την ανταπόδοση, την αλλαγή, την αγάπη, το νοιάξιμο, την ενσυναίσθηση και ως εκ τούτου στο πραγματικό νόημα των Χριστουγέννων που υπερβαίνει τα λαμπιόνια και τον υλισμό.

Το Soundtrack του βιβλίου

Santa Claus is Coming to Town – Bill Evans

Bing Crosby – White Christmas (1942) Original Version

Howard Blake – Walking in the Air (Official Audio)

https://www.elniplex.com/wp-content/uploads/2018/01/logo-details.pngTAYTOTHTA


Τίτλος:

Ο αναπληρωματικός Άγιος Βασίλης

Συγγραφέας:

Πολυχρόνης Κουτσάκηςhttps://www.elniplex.com/wp-content/uploads/2018/01/tab-windows-e1516624432465.png

Εικονογράφος:

Δέσποινα Γιαννακάκη

Εκδόσεις:

Καστανιώτη, Νοέμβριος 2021

Σελίδες:

96

Μέγεθος:

14 Χ 21

ISBN:

978-960-03-6904-5

 

https://www.elniplex.com/%CE%BF-%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CF%80%CE%BB%CE%B7%CF%81%CF%89%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%B9%CE%BA%CF%8C%CF%82-%CE%AC%CE%B3%CE%B9%CE%BF%CF%82-%CE%B2%CE%B1%CF%83%CE%AF%CE%BB%CE%B7%CF%82-%CF%80%CE%BF%CE%BB%CF%85/?fbclid=IwAR14aIlJ4KUo-dRlf3O6Vta5FZljJ5jz7Ih5gc8WONeJLgq0-Ng0xm2UysA


Χρονογραφώντας γενικώς εύθυμα και σοβαρά Απολαυστικά παλιά και σύγχρονα λαογραφικά νάκλια « Ένα γομάρι θύμησες» Από τον Γιώργη Γ. Καπριδάκη






              

 

 Πολιτισμός είναι ο τρόπος ζωής μας.  Οι Πολιτισμικοί Σφυγμοί ξεκίνησαν ως  ένα τετράφυλλο εβδομαδιαίο ένθετο ποικίλης πολιτισμικής ύλης που μου έδωσε την ευκαιρία ο εκδότης τότε και ιδρυτής των Χανιώτικων Νέων Γιάννης Γαρεδάκης  να γράφω και να επιμελούμαι  εξ’ ολοκλήρου. Και αυτό ήταν και είναι και η φιλοσοφία της στήλης πλέον. Καθώς μπορεί να περιλαμβάνει όλα  τα ποικίλα πολιτισμικά γεγονότα.

·         Αυτή είναι και η αίσθηση που δημιουργεί το βιβλίο «Ένα γομάρι θύμησες» Χρονογραφώντας εύθυμα και σοβαρά του Γιώργη Γ. Καπριδάκη. 

·          Είναι δηλαδή ένα βιβλίο που καταγράφει τον τρόπο ζωής μας κυρίως  στις δύσκολες για την επαρχία και δυσκολότερες για τα ορεινά χωριά  της Κρήτης, των Χανιών μας,  δεκαετίες του 50 και 60. Ωστόσο, δεν στέκεται μόνο εκεί. Καταγράφει και ιστορίες και στιγμιότυπα από τις δεκαετίες του ’70 και  πολλές σημερινές ιστορίες.

                                                Λαϊκός πολιτισμός

·         Όλες όμως γραμμένες με το ντόπιο κρητικό ιδίωμα του νομού Χανίων. Την ντοπιολαλιά μας. Όλα ιδωμένα με  πηγαίο χιούμορ και αρκετό σαρκασμό ιδίως σε ότι αφορά τις νεότερες ιστορίες του.

·         Ταυτόχρονα αναδεικνύουν την σκληρή καθημερινότητα περασμένων δεκαετιών, του περασμένου πλέον αιώνα, στο ορεινό χωριό του, τα Ασκύφου, όπου γεννήθηκε αλλά και στους Αρμένους Αποκορώνου όπου επίσης κατέβαινε με τον πατέρα του και τα οζά τους για να ξεχειμωνιάσουν. Δύσκολα, πολύ δύσκολα χρόνια.

·          Όμως, δεν «βγάζουν» μιζέρια. Ούτε απόγνωση. Ούτε θλίψη. Πάλη. Καθημερινή πάλη με το δώρο της ζωής. Με την πραγματικότητά τους που ήθελαν και την έκαναν εν τέλει, καλύτερη. Με κόπους, ελπίδα και πολύ χιούμορ. Είναι στιγμιότυπα  γραμμένα με μεράκι από τον Καπριδάκη που τα παρατηρεί και  τα «εικονογραφεί» με παραστατικό λόγο και κυρίως με σκωπτική διάθεση.

·         Αναρωτιέμαι αν οι ιστορίες αυτές θα μου άρεσαν το ίδιο αν τις διάβαζα στην καθομιλουμένη ή σε ολίγον ή πολύ λογοτεχνίζουσα γλώσσα. Νομίζω όχι.

·         Όχι πώς αυτές καθαυτές οι ιστορίες δεν είναι σπαρταριστές, δεν είναι σελίδες της εποχής που αναφέρεται καθεμιά.  Αλλά «δένουν» καλύτερα με το κρητικό ιδίωμα έτσι όπως με πηγαίο χιούμορ το «λαλεί» και το γράφει ο Γιώργης Καπριδάκης. Θεληματικά ή όχι, λοιπόν, ο Καπριδάκης γράφοντας τις ιστορίες που τον σημάδεψαν και εν πολλοίς τον συνοδεύουν, σώζει τον τρόπο ζωής μας.

·         Και άρα το βιβλίο υπηρετεί και σώζει μία από τις εκφάνσεις της λαογραφίας μας. Του λαϊκού μας πολιτισμού.

                                                   Σεξ και «Το κλίκι τσίκι μπαμ»

·          Ο Καπριδάκης δεν αρκείται μόνο στο να χρησιμοποιεί το γνωστό κρητικό ιδίωμα όπως αυτός το βίωσε στα χρόνια που έζησε στο χωριό του αλλά και σήμερα.

·         Σε πολλές σύγχρονες ιστορίες καταγράφει και τις νέες λέξεις που έχουν μπει αμετάφραστες στην σημερινή μας ζωή και στο τοπικό ιδίωμα, τελικά. Λέξεις για να εκφραστούν δράσεις και συνήθειες τωρινές. Λέξεις που κάποτε δεν υπήρχαν γιατί δεν υπήρχαν και οι ανάλογες δυνατότητες. Λέξεις ξενόφερτες. Ειδικά αυτές που ήρθαν μαζί με τον κορωνοϊό. Αλλά όμως είναι πλέον στη ζωή μας ακούγονται από τα ΜΜΕ και γράφονται  σε εφημερίδες και κοινωνικά δίκτυα. Γι’ αυτό, για να «συνεννοηθούν», επαναλαμβάνονται τσάτρα πάτρα από απλούς ανθρώπους έτσι όπως τις παίρνει το αυτί τους και τις εκφέρει η κρητική γλωσσική τους «κουλτούρα».  Και είναι βέβαιο ότι από στόμα σε στόμα, από μπαμπά σε παιδί θα συνεχίσουν να υπάρχουν.

·          Π.χ. γράφει «την ώρα που πάρκενα».  Το click away μεταφέρεται πλέον σε διαφορετικές ιστορίες άλλοτε ως «κλικ γουάου»  ή άλλοτε σπαρταριστά ως «το κλίκι τσίκι μπαμ»! Το «φεισμπούκι» που είναι «αρρώστια» δεν μπορούσε να λείπει επίσης από πολλές ιστορίες.

·         Ούτε η πολιτική λείπει βέβαια από τα νάκλια του βιβλίου. Όπως και το μεταναστευτικό και ο τουρισμός.

·         Πολλά είναι και τα νάκλια για τον κορωνοϊό. Όπου χωρίς διδακτισμό μιλά για την  ανάγκη εμβολιασμού και πώς την βιώνουν «κρητικά» στα χωριά του αλλά και στην πόλη. «Γκολονοϊός», «του διαόλου το μιαρό». Τα κλειστά καφενεία και τα προβλήματα συμβίωσης με τη «γρα». Μια τέτοια γρα, η Ζαμπία, («όταν ήλθαν τα εμβόλια», σελ. 23)  μπέρδεψε τα εμβόλια με το σέξ !

                                          Μνήμες νοσταλγικές

·         Στην πρώτη ιστορία του  βιβλίου  με τίτλο «Να ξαναγινόμαστε πάλι πιτσιρίκοι» διαβάζουμε ένας είδος  νοσταλγικής ανασκόπησης των βιωμάτων του στο χωριό που μας προϊδεάζει για το «σκηνικό» της εποχής εκείνης: «{…}Να ξαναγινόμαστε πάλι πιτσιρίκοι κι εμείς και να γυρίζουμε ούλη μέρα ξυπόλητοι στους δρόμους στις πλατείες στα χωράφια σαν τα αδέσποτα, παίζοντας μπάλες, ξυλίκια, πατίνια, κυνηγητό, χωστό και πετροπόλεμο, να σκαρφαλώνουμε πάνω στα δένδρα σαν μαϊμούδες, τρώγοντας ότι φρούτο άρχιζε να κοκκινίζει{…}»

·          «Ε, κερατά μπουρμά», «Κέρασε το φιλιότσο», «Πού το πας μωρέ το κοπέλι σύντεκνε», «Ούλος ο κόσμος ήταν δικός μας», «Ε, κερατά αθότυρε!»

·          Κάποιοι τίτλοι από τις 109 ιστορίες που περιλαμβάνει η έκδοση που περιλαμβάνεται πλέον στις πολλές εκδόσεις των Χανιώτικων Νέων. Τα οποία  και προλογίζουν το βιβλίο γράφοντας  μεταξύ άλλων. «… Μνήμες νοσταλγικές, όψεις της ιστορίας του τόπου μας και πολύτιμα λαογραφικά στοιχεία περιλαμβάνονται στο βιβλίο που κρατάτε στα χέρια σας…Κομμάτι, κι αυτό, της δικής μας «αποστολής», της δικής μας υποχρέωσης απέναντι στο αναγνωστικό κοινό και την ιστορία του τόπου μας.»

·         Το βιβλίο πωλείται και στα γραφεία των Χανιώτικων Νέων στην οδό Καραϊσκάκη 49 και στο ηλεκτρονικό τους βιβλιοπωλείο https:/shop.haniotika-nea.gr

 


------------------------------------------------------------------------------------------------------------

·         «{…}Ιντα να σου πω μωρή Κατεριά, δεν κατέω ίντα διαόλους να κάμω πάλι με τούτονα τον γκολονοϊό…και με το συγχωρεμένο το Μανούσο όντε ήμουνε στο χωριό νιόπαντρη τα’ ανατρίχιαζα πότες πότες να το κάνω γιατί ήτανε πολύ αψύς ο άτιμος και δεν έβγαζε μούδε τα στιβάνια ντου στο κρεβάτι… μα έκανα το στο τέλος και διάλε το κακό που πάθαινα…ετσά λέω να κάμω κι εδά»

·         ---------------------------------------------------------------------------------------------------------------