Τρίτη, Ιουλίου 09, 2013
Γιορταστική πρεμιέρα από το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ.Κρήτης « Υπάρχει και φιλότιμο» Ένα ρεσιτάλ ρυθμού, ηθοποιίας και σκηνοθεσίας Σα να παίχτηκε πρώτη φορά
Πολιτισμικοί Σφυγμοί
Άραγε, υπάρχει –έστω– τώρα πολιτικό φιλότιμο ώστε κάποιοι να παραιτηθούν; Με αυτό το ερωτηματικό αλλά και με μια (ουτοπική;) ελπίδα που μοιραζόμαστε με τον Γιώργο Παρτσαλάκη* έφυγαν χθες το βράδυ οι Χανιώτες που γέμισαν το «θέατρο» της Ανατολικής τάφρου, και έφυγαν με ανάμεικτα συναισθήματα αφού αποθέωσαν κυριολεκτικά τους συντελεστές της παράστασης.
Συναισθήματα προβληματισμού για την ρεαλιστική επικαιρότητα του έργου έτσι όπως το σκηνοθέτησε ο Γιάννης Μπέζος και το απέδωσαν ο Γιώργος Παρτσαλάκης και όλο το κaστ των ηθοποιών. Και βέβαια συναισθήματα χαράς καθώς η παράσταση άρτια σε όλα, μας έδωσε, την προσδοκώμενη από μια σωστή παράσταση τέχνης, ψυχ-αγωγία.
Η κωμωδία είναι ρυθμός
• Η κωμωδία είναι ρυθμός. Μπορείτε να πάρετε το σενάριο ή το θεατρικό έργο οποιασδήποτε σπουδαίας κωμωδίας, να το δώσετε σε μια θεατρική ομάδα που δεν νιώθει το ρυθμό και το κοινό να μην σκάσει ούτε χαμόγελο στην παράσταση. Αντίστοιχα, υπάρχουν έργα μέτριας ποιότητας που μπορούν να μετατραπούν σε ζεστές εστίες γέλιου από θεατρικές ομάδες που θα βρουν τον ρυθμό για να αναδείξουν τα κωμικά στοιχεία του έργου.
• Το ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης φέτος το καλοκαίρι έχει την ευτυχία να συνδυάζει ένα υπέροχο, κλασικό κωμικό έργο που διάλεξε ο καλλιτεχνικός διευθυντής του κ. Μιχάλης Αεράκης, με μια ομάδα ηθοποιών η οποία, κάτω από την σκηνοθετική καθοδήγηση του Γιάννη Μπέζου δουλεύει σαν ρολόι. Και κάνει τα γέλια των θεατών να ξεφεύγουν από το θέατρο Ανατολικής Τάφρου και να ταξιδεύουν σε όλο το κάτω Κουμ-Καπί.
«Σα να μην παίχτηκε ποτέ»
• Ο Γιάννης Μπέζος, ένας από τους σημαντικότερους, αν όχι ο σημαντικότερος σύγχρονος Έλληνας κωμικός ηθοποιός, έχει βέβαια την μεγάλη ευθύνη της επιτυχίας της παράστασης που έκανε πρεμιέρα χθες στο κατάμεστο θέατρο Ανατολικής Τάφρου, αφού ο ρυθμός επιβάλλεται από τον σκηνοθέτη. Αλλά είχε εξαιρετικούς ηθοποιούς-εργαλεία στα χέρια του για να βγάλει το χθεσινοβραδινό αποτέλεσμα. Ηθοποιούς, μάλιστα, που ξεκινούσαν με ένα μεγάλο βαρίδι στα πόδια, λόγω της τεράστιας επιτυχίας της ταινίας – καθένας τους έπρεπε να ζωντανέψει στη σκηνή έναν ρόλο που οι θεατές τον είχαν ήδη, λέξη προς λέξη, στο μυαλό τους ενσαρκωμένο από πολυαγαπημένους ηθοποιούς.
• Ωστόσο η σκηνοθετική προσέγγιση του Γιάννη Μπέζου (όπως ο ίδιος είχε πει στα Χ.Ν. 4-7-13) είχε ένα «μυστικό» στόχο: Το έργο να ανέβει «σαν να μην έχει παιχτεί ποτέ». Αυτή ήταν η έγνοια του. Το αποτέλεσμα τον δικαιώνει . Και είναι βέβαιο ότι η παράσταση αυτή του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Κρήτης θα ιστορείται πλέον ως μία από τις πιο επιτυχημένες του έργου αυτού.
Πέταξαν τα…. «βαρίδια»
• Τα … «βαρίδια» τώρα: Πρώτο σε μέγεθος βαρίδι, ο Λάμπρος Κωνσταντάρας ως Μαυρογιαλούρος. Ο Γιώργος Παρτσαλάκης έπλασε έναν Μαυρογιαλούρο αρκετά διαφορετικό, όμως εξίσου απολαυστικό με εκείνον του Κωνσταντάρα. Ο Μαυρογιαλούρος του Παρτσαλάκη δείχνει περισσότερο ανασφαλής και ιδιόρρυθμος, αλλά και περισσότερο λυπημένος (σε αντίθεση με τον Κωνσταντάρα, που είναι περισσότερο εξοργισμένος) όταν καταλαβαίνει την αλήθεια. Είναι ένας Μαυρογιαλούρος που συνδέει το χθες με το σήμερα, ένα golden boy που ήρθε από το Λονδίνο και δεν έχει ιδέα για τίποτα, αλλά υποκρίνεται και στον εαυτό του πως έχει, μέχρι να έρθει η «ανώμαλη προσγείωση»(αυτός ήταν ο πρώτος τίτλος του έργου) και να αναλάβει τις ευθύνες του, γιατί έχει τουλάχιστον φιλότιμο. Μέχρι να φθάσει στο σημείο να συνειδητοποιήσει την πραγματικότητα, οι θεατές ξεκαρδιζόμαστε με τα παθήματά του, παίρνοντας μια μικρή εκδίκηση για όσα τραβάμε από τους πολιτικούς μας.
• Δεύτερο, σε μέγεθος, βαρίδι, ο ρόλος του Γκρουέζα, τόσο ταυτισμένος με το «ιερό τέρας» που λεγόταν Διονύσης Παπαγιαννόπουλος. Εδώ θα τολμήσουμε να κάνουμε μια «ιεροσυλία»: ο κύριος Τάκης Παπαματθαίου είναι καλύτερος στον ρόλο αυτό από τον Παπαγιαννόπουλο. Όχι μόνο επειδή βγάζει τρομερό γέλιο (βοηθούν σ’ αυτό και οι μικρές ατάκες-προσθήκες του Γ. Μπέζου πάνω στο πρωτότυπο κείμενο) αλλά γιατί προσθέτει στην άθλια φυσιογνωμία του Γκρουέζα κι ένα στοιχείο που η ερμηνεία του Παπαγιαννόπουλου δεν είχε: την ίδια στιγμή που αντιπαθούμε τον Γκρουέζα-Παπαματθαίου, τον καταλαβαίνουμε κιόλας, γιατί τον γνωρίζουμε καλά. Τον έχουμε συναντήσει τόσες φορές στη ζωή μας (έχει ξεκινήσει από την νεολαία του κόμματος, άλλωστε) ώστε αντιλαμβανόμαστε το αδιέξοδο της ζωής του, στο τέλος του έργου. Απαίσιος, αλλά κατανοητός. Ένα αστείο, αεράτο κάθαρμα.
• Μπορεί το δίδυμο Παρτσαλάκη-Παπαματθαίου να τραβάει, λόγω των ρόλων τους, την μεγαλύτερη προσοχή, αλλά και οι υπόλοιποι ηθοποιοί βάζουν μεγάλα και μικρά λιθαράκια ώστε το γέλιο να παραμένει αμείωτο σε όλη τη διάρκεια της παράστασης. Αν θυμάστε την Ευγενία Δημητροπούλου από τον δραματικό της ρόλο στο «Νησί», θα δυσκολευτείτε πολύ να την αναγνωρίσετε ως την κακομαθημένη, χαζοχαρούμενη, μονίμως χοροπηδούσα Αλίκη Μαυρογιαλούρου, αντάξια κόρη ενός ανίδεου πατέρα και μιας «δήθεν» μάνας. Και θα γελάσετε πολύ με τα καμώματά της.
• Ο Θανάσης Βισκαδουράκης είχε κι αυτός να αναμετρηθεί με την εικόνα του Γιώργου, του ιδιαίτερου γραμματέα του Μαυρογιαλούρου, ρόλου που είχε ερμηνεύσει στην ταινία ο Ανδρέας Ντούζος. Και επέλεξε να ερμηνεύσει τον ρόλο με τελείως διαφορετικό τρόπο. Ο δικός του Γιώργος δεν είναι ο γαλίφης ιδιαίτερος, με τον αέρα του ζεν πρεμιέ που κουβαλούσε ο Ντούζος σε πολλούς ρόλους, αλλά ένας «στεγνός» - και στυγνός – άνθρωπος που χαϊδεύει με νόημα την καρέκλα του Μαυρογιαλούρου όταν μένει για λίγο μόνος στο γραφείο του. Ονειρεύεται μεγαλεία και έχει αποφασίσει να τα αποκτήσει με υπόγειο τρόπο. Η προσπάθειά του να εμφανίζεται ως υποτακτικός στον υπουργό-εργοδότη του την στιγμή που τον εξαπατά κοιτώντας τον στα μάτια δημιουργεί πλατιά χαμόγελα στο κοινό, και η ερωτική έλξη του για την Αλίκη, που τον κάνει να μιμείται ξοπίσω της το χοροπήδημά της, του δίνει μια σταγόνα ανθρωπιάς που τον ολοκληρώνει σαν χαρακτήρα. Ο «Γιώργος» του Βισκαδουράκη είναι μάλλον πιο σκοτεινός από εκείνον της ταινίας, και γι’ αυτό εξαιρετικά ενδιαφέρων.
• Ο Τάσος Γιαννόπουλος αποδεικνύει πόσο καλός ηθοποιός είναι, αφού είναι απολύτως πειστικός ως «χωρικός Πανάγος», που εξεγείρεται ενάντια στον Μαυρογιαλούρο χωρίς να ξέρει ότι τον έχει δίπλα του. Δίνει έναν γνήσιο, ντόμπρο λαϊκό άνθρωπο του χωριού, αξιαγάπητο μέσα στα προβλήματά του και χάρη στην ειλικρίνειά του. Και δεν μοιάζει καθόλου με τον «Μάκη», τον ήρωα που τον έκανε πολύ γνωστό στο ευρύ κοινό από τη σειρά «Ευτυχισμένοι Μαζί». Σπουδαίο πράγμα η έλλειψη μανιέρας.
• Ο Μανώλης Σορμαΐνης, ως υπουργός-φίλος του Μαυρογιαλούρου, αποδίδει έξοχα τον ρόλο του πολιτικού που, σε αντίθεση με τον φίλο του, αποδεικνύεται πως δεν έχει φιλότιμο. Ακόμα κι όταν βλέπει με τα μάτια του τις αποδείξεις για όσα εγκληματικά συμβαίνουν κάτω από τη μύτη του, κοιτάζει αλλού για να μην χάσει τη θέση και την καλοπέρασή του, και για να κυνηγήσει την φιλοδοξία του να γίνει μέχρι και πρωθυπουργός .
• Η Νεκταρία Γιαννουδάκη, η Αντιγόνη Νάκα, η Ελένη Τσιμπρικίδου (σε διπλό ρόλο), ο Νίκος Σκουλάς και ο Ηλίας Μιχαλογιάννης προσθέτουν ο καθένας ξεχωριστές πινελιές που ομορφαίνουν την παράσταση προσθέτοντας στον ρυθμό της.
Παραστάσεις
• Νομίζουμε, ότι οι τέσσερις παραστάσεις (έως και μεθαύριο Πέμπτη 11 Ιουλίου) που έχει προγραμματίσει το ΔΗΠΕΘΕΚ για την πόλη είναι λίγες, και αυτό θα αποδειχθεί από την ζήτηση των εισιτηρίων. Μπορεί να έχουν προγραμματισθεί άλλες έξι παραστάσεις στην επαρχία του νομού, μέσα στον Αύγουστο, αλλά και η πόλη θα θελήσει να ξαναδεί το έργο, και ελπίζουμε ο κ. Αεράκης να φροντίσει να επιστρέψει η παράσταση στα Χανιά. Πρέπει, γιατί είναι μία από τις καλύτερες (από τις πολλές καλές) δουλειές που έχει κάνει το ΔΗΠΕΘΕΚ μέσα στα δεκατρία χρόνια της δικής του θητείας ως καλλιτεχνικού διευθυντή. Σε αυτά τα δεκατρία χρόνια το θέατρό μας έχει περάσει από την αφάνεια στην οποία βρισκόταν, στην θέση του σημαντικότερου περιφερειακού θεάτρου της χώρας, στο οποίο συρρέουν οι σημαντικότεροι Έλληνες ηθοποιοί και σκηνοθέτες για να συνεργασθούν. Και γι’ αυτό τα Χανιά πιστεύουμε πως οφείλουν στον Μιχάλη Αεράκη ένα μεγάλο ευχαριστώ.
Υπάρχει ;
• Το γεγονός ότι το έργο παραμένει επίκαιρο, 65 χρόνια αφ’ ότου γράφτηκε, δείχνει πως, ακόμα κι όταν κοιτάζουμε κατάματα τα στραβά της ζωής μας, δεν είμαστε στ’ αλήθεια διατεθειμένοι ν’ αλλάξουμε. Στο έργο, ο Ανδρέας Μαυρογιαλούρος-Γιώργος Παρτσαλάκης λέει: «πολύ θα ήθελα να δω έναν Έλληνα να πει «συγγνώμη… συγγνώμη ρε παιδιά... έφταιξα». Και ο μεγάλος Νίκος Καζαντζάκης, είχε γράψει: «Ν’ αγαπάς την ευθύνη». Εμείς όμως, ως λαός, περιοριζόμαστε να γελάμε με τους εαυτούς μας και να αναπαράγουμε, αυτιστικά σχεδόν, στη συνέχεια τα λάθη μας, χωρίς να μας ενδιαφέρει να μάθουμε από αυτά. Τους Μαυρογιαλούρους κάποιοι τους εκλέγουν, δεν ξεφυτρώνουν στα δέντρα. Και αυτό είναι επίσης ένα από τα μηνύματα που ο θεατής παίρνει από την συγκεκριμένη παράσταση.
• Θα πάρουν το μήνυμα της παράστασης και οι σημερινοί κυβερνήτες και το πολιτικό μας σύστημα αν κοπιάσουν να δουν την παράσταση;
• * Ο Γιώργος Παρτσαλάκης, μιλώντας για την συγκεκριμένη φετινή παράσταση του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ.Κ «Υπάρχει και φιλότιμο» το κωδικοποιεί άριστα λέγοντας σε συνέντευξή του στο «ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ» «…Εάν αυτή η περιοδεία έχει ως αποτέλεσμα να παραιτηθούν από ντροπή δυο υπουργοί, για μένα θα είναι μεγάλη επιτυχία, θα πετύχουμε».
• Λέτε ;
«Θέατρο»
• Η υπογράφουσα παρακολούθησε την πρόβα τζενεράλε της Κυριακής και φυσικά και την χθεσινή πρεμιέρα. Έτσι εκτός από το έργο ξαναπαρατηρήσαμε και το χώρο του «θεάτρου». Επειδή, σήμερα, είμαστε ιδιαίτερα χαρούμενοι και περήφανοι για την παράσταση, δεν θα σχολιάσουμε σε αυτό το σημείωμα τα προβλήματα που έχουν να κάνουν με το ίδιο το «θέατρο» Ανατολικής Τάφρου και με την καταλληλότητά του για καλλιτεχνικές εκδηλώσεις. Θα το αφήσουμε για τον Σεπτέμβρη. Φιλοτιμ(ιας) …ένεκεν.
Δημοσιεύτηκε Χ Ν 9-7-13
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου